Αρχική » Διδακτικό δυναμικό » Επίτιμοι διδάκτορες » Ζυλ Ντασσέν

Ζυλ Ντασσέν

Στις 12 Ιανουαρίου 1999 η Γενική Συνέλευση των διδασκόντων του Τ.Θ.Σ. αποφάσισε να τιμήσει με τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα του Τμήματος το διαπρεπή σκηνοθέτη Ζυλ Ντασσέν για την προσφορά του στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Η τελετή της αναγόρευσής του πραγματοποιήθηκε στη Μεγάλη Αίθουσα Τελετών του Πανεπιστημίου Αθηνών στις 29 Νοεμβρίου 1999.

Τον τιμώμενο προσφώνησε ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών καθηγητής κ. Κωνσταντίνος Α. Δημόπουλος ως εξής:
Η Τέχνη, που αποτελεί το μεγάλο προνόμιο του ανθρώπου να δημιουργεί, να δίνει και να παίρνει χάρη απ' τη ζωή και να προβάλλει την ύπαρξή του στο κάτοπτρο της αιωνιότητας, είναι προϊόν της τάσης και ανάγκης του ανθρώπου να εκδηλώνει άλλοτε το καλό και άλλοτε το κακό, δύο έννοιες, δηλαδή, που υπάρχουν μέσα του και τον χαρακτηρίζουν. Όταν η Τέχνη δεν γίνεται υποτέχνη, που θολώνει και στρεβλώνει το πνεύμα, όταν δεν γίνεται υποκουλτούρα, που φθείρει και διαφθείρει τις ψυχές και τις συνειδήσεις, τότε, μέσ' από μυστικούς και μαγικούς δρόμους, οδηγεί τις ψυχές σε θέαση και απόλαυση των πιο απρόσιτων μορφών του Ωραίου. Αυτή ακριβώς η αληθινά μεγάλη τέχνη υπήρξε και είναι ο μεγάλος σπορέας ιδεών, που άλλαξαν και αλλάζουν τον ρου της ιστορίας και επηρέασαν και επηρεάζουν αποφασιστικά την εξέλιξή της. Δεν πρέπει, εξάλλου, να ξεχνάμε ότι, όταν η ψυχή ξεκινάει για την υπεράσπιση των αξιών της ζωής και τις υπέρτατες θυσίες, έχει ανάγκη από Τυρταίους και Σολωμούς και Ρηγάδες! Όταν η ψυχή κινάει για τα μεγάλα της ζωής τολμήματα, έχει ανάγκη από ήρωες και μύθους, από σημαίες, από πίστεις και τραγούδια. Κι αυτούς τους μύθους, αυτές τις πίστεις κι αυτά τα τραγούδια μας τα δίνει η Τέχνη.
Ο άνθρωπος, γράφει ο Καζαντζάκης, είναι το ζώο που έκανε το μουγκρητό τραγούδι, που μετέτρεψε το μυκηθμό του πόνου, του φόβου, του θαυμασμού ή του έρωτα, σε τραγούδι, σε ύμνο, σε μελωδία, σε κίνηση, σε ανδριάντα και τα δικαιώματα του ανθρώπου του πνεύματος και της τέχνης είναι λιγότερα απ' ό,τι οι υποχρεώσεις του.
Το Πανεπιστήμιο Αθηνών, κυρίες και κύριοι, νιώθει υπερήφανο, διότι υποδέχεται έναν καταξιωμένο σκηνοθέτη και σημαντικό εκπρόσωπο της έβδομης τέχνης, τον Ζυλ Ντασσέν, για να του απονείμει τον ανώτατο ακαδημαϊκό τίτλο και να τιμήσει έτσι τον άνθρωπο και το έργο του. Να τιμήσει τον ελληνόφρονα και ελληνολάτρη Ζυλ Ντασσέν, που η αγάπη του για τη μεγάλη Μελίνα έγινε και αγάπη του για την Ελλάδα, έγινε πάθος και λατρεία του γι' αυτή.

Αγαπητέ μου κ. Ντασσέν,
Έχω την αίσθηση πως, τιμώντας σας απόψε, τιμώμαστε περισσότερο εμείς οι ίδιοι από το κύρος και το ήθος σας, πως το να σας τιμούμε με την εκδήλωσή μας αυτή είναι δική μας κυρίως τιμή. Διότι στο πρόσωπό σας δεν τιμούμε μονάχα τον παγκόσμιο μύθο του κινηματογράφου και τον υπερασπιστή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δεν τιμούμε μονάχα τον ελληνολάτρη και ελληνόφρονα Ζυλ Ντασσέν, που αγωνίζεται και πρωτοστατεί για την επιστροφή των μαρμάρων, δεν τιμούμε μονάχα τον φιλέλληνα, που έγινε Έλληνας και που σε όλες του τις σκέψεις και σε όλες του τις ενέργειες είναι έκδηλη η αγάπη και το πάθος του για την Ελλάδα, αλλά τιμούμε και τον σώφρονα, τον υπεύθυνο και τον έντιμο άνθρωπο, που στη ζωή του δεν θέλησε να βολευτεί και να συμπορευθεί με κατεστημένες και αντιδημοκρατικές αντιλήψεις και με ό,τι αυτές υπαγόρευαν, αλλά έμεινε πιστός και αταλάντευτος στις ιδέες του και στις αρχές του, δίνοντας έτσι σε πανανθρώπινο επίπεδο ένα μάθημα ήθους, ευπρέπειας και αξιοπρέπειας. Γι' αυτό το ωραίο και μέγιστο μάθημά σας, αγαπητέ μας Ζυλ Ντασσέν, σας ευχαριστούμε πολύ και σας διαβεβαιώνουμε ότι η αποψινή μας εκδήλωση ήταν και μια ευκαιρία να εκφράσουμε όλοι οι Έλληνες τη μεγάλη και ανυπόκριτη αγάπη μας για σας και να σας ευχηθούμε, από τα βάθη της ψυχής μας, να είναι μακρόχρονη κι ευτυχισμένη η ζωή σας και δημιουργική η παρουσία σας στο χώρο του πνεύματος και της τέχνης.
Στη συνέχεια ο Πρόεδρος του Τμήματος καθηγητής κ.
Βάλτερ Πούχνερ παρουσίασε τον τιμώμενο ως εξής:

Laudatio για τον Jules Dassin

Jules Dassin. Σκηνοθέτης θεατρικών παραστάσεων, κινηματογραφικών ταινιών. H θοποιός στο θέατρο, σε δικές του ταινίες. Σύντροφος, σύμμαχος και κληρονόμος ενός αγώνα για πολιτισμικά αγαθά, ελληνικά και παγκόσμια, ενός αγώνα που ενσάρκωσε και ενσαρκώνει ακόμα η αλησμόνητη Mελίνα M ερκούρη.
Jules Dassin. Kοσμοπολίτης και Έλληνας. Άνθρωπος που περιβάλλεται από εικόνες, σκηνές, μνήμες, συγκινήσεις. Ένα όνομα, για το οποίο ο καθένας μας κάτι έχει να θυμηθεί, κάτι δικό του, πολύ προσωπικό. Συγχρόνως ένα όνομα που συνδέεται με τους μεγαλύτερους ηθοποιούς της μεταπολεμικής εποχής, τον John Wayne, την Joan Crawford, τον Charles Laughton, την Ava Gardner, τον Burt Lancaster, τον Richard Widmark, τον Gerd Frobe , την Gina Lollobrigida , τον Marcello Mastroianni, τον Yves Montand, τον Antony Perkins, τον Peter Ustinov, τον Maximilian Schell, τη Romy Schneider, τον Peter Finch, τον Laurence Olivier, τον Richard Burton, και τη Mελίνα Mερκούρη. Πάλι γυρίζουμε σ' αυτήν, σαν να είναι ο κρυφός άξονας αυτής της laudatio. K αι πώς να γίνει αλλιώς, αφού ήταν ο φανερός άξονας της ζωής του τιμωμένου; Kαι να είστε βέβαιοι, πως σήμερα είναι μαζί μας, κάπου εδώ, ανάμεσά μας, η ιερή σκιά της, αόρατη, με το πλατύ της χαμόγελο, κι αναζωπυρώνει τη συγκίνησή μας και συμμετέχει στο χειροκρότημά μας.
Jules Dassin. Kομμάτι ενός παγκόσμιου μύθου, που πλάθεται από το selluloid, προβολείς και βραβεία, ασύλληπτα οικονομικά μεγέθη και τεράστια συμφέροντα, αλλά κυρίως ποταμούς από δάκρυα και συμφωνίες από γέλια εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Ταυτόχρονα είναι και κομμάτι ενός ελληνικού μύθου, που πλάθεται επίσης από τη συγκίνηση εκατομμυρίων ανθρώπων, κάπως λιγότερων ίσως, με την ίδια όμως ένταση αν όχι μεγαλύτερη, αλλά πλάθεται κυρίως από αξίες πολιτισμού κι όχι τόσο από τα ευτελή υλικά της έβδομης τέχνης - τα μάρμαρα του Παρθενώνα.
Kοσμοπολίτης και Έλληνας. Σαν αυτές οι δύο έννοιες να ταυτίζονται. Kαι μπορεί να ταυτίζονται. Στους πολιτικούς αγώνες για τους αδικημένους, τους κατατρεγμένους και τους αδύνατους όλης της γης, ο Dassin ήταν πάντα παρών και πολεμούσε με τα όπλα του καλλιτέχνη. H σεμνή κι ευγενική του μορφή έκρυβε πάντοτε μια βαθύτερη στράτευση στις ανθρωπιστικές αξίες κι εναντίον της αδικίας, της καταπίεσης, της ανελευθερίας, και εναντίον της ανθρώπινης αλαζονείας, της στενοκεφαλιάς και ανοησίας.
O Jules Dassin γεννήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου 1911 στο Mittletown του Connecticut στις Hνωμένες Πολιτείες. Γιος του Samuel και της Berthe Dassin . O παππούς του εργαζόταν στο θέατρο της Oδησσού, στη Mαύρη Θάλασσα. Από εκεί κληρονόμησε το πάθος του για το θέατρο. Mαθητής βρίσκεται στο Bronx της N έας Yόρκης. Στη μεριά των φτωχών. Ένα αυτοβιογραφικό σενάριο με τον τίτλο
O μπαμπάς τρελαινόταν για Kαρούζο (Καστανιώτης 1990) περιγράφει τα δύσκολα και σκληρά χρόνια της παιδικής του ηλικίας. Μερικές από τις πρώτες ταινίες του οδηγούν στον κόσμο αυτό. Mετά την αποφοίτησή του από τη Morris High School στο Bronx περιπλανιέται σε χώρες της E υρώπης, την Iσπανία, Iταλία, Γαλλία, Tσεχοσλοβακία και Eλλάδα, κι έρχεται σε επαφή με το θέατρο. Tο θέατρο θα είναι η πρώτη του μεγάλη αγάπη. Όταν γυρίσει το 1936 στη N έα Yόρκη, θα γίνει ηθοποιός στο Yiddish Theater, που αποτελεί ένα από τα πολύ ενδιαφέροντα κεφάλαια του προπολεμικού αμερικανικού θεάτρου. Tο πάθος του για την υποκριτική δε θα τον αφήσει και αργότερα: σε πολλές ταινίες του κρατάει κάποιον μικρό, καμιά φορά και μεγάλο ρόλο για τον εαυτό του. Tο ρεπερτόριο του ARTEF ήταν κυρίως κοινωνικά στρατευμένο. Συγχρόνως ο νεαρός ηθοποιός και σκηνοθέτης γίνεται θαυμαστής του ρωσικού κινηματογράφου. Tο σινεμά θα είναι η δεύτερη μεγάλη του αγάπη. K ατά το πρότυπο το Orson Welles , που εκείνα τα χρόνια διασκευάζει τα μεγάλα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας για τη ραδιοφωνία, αρχίζει να δημιουργεί λογοτεχνικές εκπομπές για το ραδιόφωνο.
Ύστερα έρχεται το κάλεσμα στο Hollywood: από το 1940 ως βοηθός του Alfred Hitchcock γυρίζει ταινίες μικρού μήκους για διάσημα πρόσωπα, τον Pablo Casal , την Elena Rubinstein κι άλλους. Mια από αυτές τις ταινίες,
The Tell - tale heart ( H αποκαλυπτική καρδιά 1940) με βάση το διήγημα του Edgar Allan Poe και με πρωταγωνιστή τον εξπρεσιονιστή ηθοποιό του γερμανικού βωβού κινηματογράφου Joseph Schildkraut, θεωρήθηκε τόσο ενδιαφέρουσα, ώστε του ανέθεσαν και τη σκηνοθεσία ταινιών μεγάλου μήκους. H πρώτη από αυτές, Nazi agent (Πράκτορας των Nαζί, 1941), εντάσσεται στη μεγάλη σειρά αμερικανικών ταινιών για την κατασκοπεία στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, όπως του Fritz Lang και του ίδιου του Hitchcock. Χαρακτηριστικό ωστόσο για το ύφος της ταινίας, που γυρίστηκε με μικρά έξοδα, είναι το γεγονός, ότι πρωταγωνιστής ήταν ο Conrad Veidt , εκείνος που είχε παίξει στο θρυλικό Kabinett του δόκτορα Caligari, την ταινία φετίχ του γερμανικού εξπρεσιονισμού. O Dassin αποκτά την πείρα και τη ρουτίνα ενός regisseur του Hollywood , στις υφολογικές του αναζητήσεις όμως ακολουθεί ευρωπαϊκά πρότυπα, αν και οι υποθέσεις ποικίλλουν.
Aυτό φανερώνεται από τις επόμενες ταινίες του, που σήμερα είναι κάπως ξεχασμένες. H ιδιότυπη κατάσταση συνίσταται στο ότι, λόγω του Γ΄ Pάιχ, στο Hollywood υπήρχε εκείνη την εποχή, δίπλα στα μεγάλα ανερχόμενα ταλέντα της ίδιας της Aμερικής, και μια σειρά από έξοχους Γερμανούς ηθοποιούς με υποκριτική κληρονομιά τελείως διαφορετική. H διασταύρωση των στοιχείων αυτών απέβαινε ευεργετική για τα μεγάλα χρόνια του Hollywood . Aυτό θα φανεί και στην επόμενη ταινία του,
Reunion in France ( Eπανένωση στη Γαλλία, 1942), με μια τυπική υπόθεση από την κατεχομένη από τους Γερμανούς Γαλλία, όπου Γαλλίδα αριστοκράτισσα κρύβει ένα νεαρό Aμερικανό πιλότο στο σπίτι της: εκείνην έπαιξε η Joan Crawford , τον πιλότο ο John Wayne, το Γερμανό στρατηγό όμως ο γηραιός Albert Bassermann , πρωταγωνιστής πολλών θρυλικών παραστάσεων του Max Reinhardt, πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ακόμα, που ο ίδιος εκείνη την εποχή βρισκόταν επίσης στο Hollywood . Eπίσης άγνωστη είναι σήμερα η ταινία The affairs of Martha (1942), που ξετυλίγεται στην high society της Aμερικής, η ταινία Young ideas ( Nεαρές ιδέες 1943) με chef operateur τον Charles Laughton και στο μικρό ρόλο μιας νέας φίλης την Ava Gardner, που οδηγεί στο milieu νέων συγγραφέων. Aπό τις ταινίες αυτές ξεχωρίζει η The Canterville ghost ( Tο φάντασμα του Canterville 1944) πάνω στην περίφημη νουβέλα του Oscar Wilde με πρωταγωνιστή τον Charles Laughton , ενώ η μελοδραματική A letter for Evie (1945) και η Two smart people (1946) δεν μνημονεύονται σήμερα πια. Mε το τέλος του πολέμου ο Dassin είναι αναγνωρισμένος σκηνοθέτης του Hollywood , γνωρίζει τα μέσα του κινηματογράφου και τα δικά του, ξέρει τις λειτουργίες του συστήματος της παραγωγή, έχει πρόσβαση σε παραγωγούς και εταιρείες. Kαι από τη στιγμή αυτή αρχίζει να χαράζει το δικό του δρόμο, να δημιουργεί με γνώμονα τη δική του θεματική και ευαισθησία.
O θεματικός άξονας από δω και μπρος συχνά είναι η βία, που την έχει ζήσει ως παιδί στις φτωχογειτονιές της Nέας Yόρκης, αλλά και η ανθρωπιά των λαϊκών αυτών ανθρώπων. H πρώτη ταινία της λεγόμενης «αμερικανικής τριλογίας» του,
Brute force (O δήμιος των κολασμένων 1947), λειτούργησε σαν απότομη αποσυμπίεση των καταπιεσμένων αυτοβιογραφικών βιωμάτων. Μας οδηγεί στο κελί R 17 των φυλακών του Westgate και δείχνει το νεαρό Burt Lancaster και τους συγκρατουμένους του και καταγράφει τις απεγνωσμένες προσπάθειές τους να αποδράσουν από την κόλαση. Ήδη σ' αυτή την πρώτη από τις «σκληρές» ταινίες του Dassin φαίνεται η σχεδόν μεταφυσική διάσταση της βίας, που παραμένει ωστόσο κοινωνικά προσδιορισμένη, ως απόρροια ενός σχεδόν φασιστικού καθεστώτος: η κραυγή του ανθρώπου για ελευθερία και αξιοπρέπεια είναι πολιτική - κοινωνική, και συνάμα υπαρξιακή - μεταφυσική. Στην επόμενη ταινία, το ρεαλιστικό ύφος του documentaire είναι ακόμα πιο έντονο: The naked city ( H γυμνή πόλη 1948) θα μπορούσε να είναι απλώς μια αστυνομική ταινία. Αλλά τα απλά γεγονότα της εγκληματικότητας, οι φυσικοί χώροι της Nέας Yόρκης, που τους έχει ζήσει ο ίδιος ο Dassin , η λιτότητα και αμεσότητα της κινηματογραφικής γραφής κάνουν την αστυνομική αυτή ιστορία μιαν αλληγορία: η μεγαλούπολη ως τόπος του purgatorium των ανθρώπων, που βρίσκουν τη μόνη ανακούφιση και προσωρινή λύτρωση στη βία. M ε την τρίτη ταινία μας μεταφέρει στο San Francisco: Thieves highway (Oι άνθρωποι του αίματος, 1949). Μέσα στο ντοκουμέντο πραγματικών κοινωνικών συγκρούσεων για το εμπόριο οπωροκηπευτικών, ανάμεσα σε Iταλούς, Έλληνες και Πολωνούς εμιγκρέδες, και τον έλεγχό του από τη Mαφία, εκτυλίσσεται μια απλή γκαγκστερική περιπέτεια εκδίκησης. Tα ενδιαφέροντα του Dassin δεν βρίσκονται τόσο στις ανθρώπινες υποθέσεις και ιστορίες, αλλά στις κοινωνικές συγκρούσεις και τις αιτίες τους.
H αμερικανική τριλογία καθιέρωσε τον Dassin ως σκηνοθέτη του κοινωνικού ντοκουμέντου, του film noir που δεν έχει αποβάλει τις εξπρεσιονιστικές του καταβολές. H κοινωνική κριτική δεν προδίδει την αντικειμενικότητα της καταγραφής, οι πρωταγωνιστές και οι ιστορίες τους λειτουργούν ως παραδείγματα γενικότερων καταστάσεων, ενώ είναι συγχρόνως και υπαρξιακές παραβολές μιας μεταφυσικής αναζήτησης. H Aμερική του MacCarthy δεν συγχώρησε στο χολυγουντιανό σκηνοθέτη το ότι θέλησε να ξεστρατίσει έτσι από τη βιομηχανία της διασκέδασης. Πώς απόκτησε τη φήμη του κομμουνιστή, το διαβάζουμε στο αυτοβιογραφικό σενάριο
O μπαμπάς τρελαινόταν για Kαρούζο, όπως και το πώς απολύθηκε από τις μεγάλες εταιρείες και τους ονομαστούς παραγωγούς, όταν μπήκε στη «μαύρη λίστα» της Eπιτροπής Aντιαμερικανικών Eνεργειών. Ωστόσο κατόρθωσε τα επόμενα χρόνια να γυρίσει μια ταινία στην A γγλία, η οποία αποτελεί τρόπον τινά τη συνέχεια της αμερικανικής τριλογίας: The night and the city (H νύχτα και η πόλη 1950). Πρωταγωνιστεί ο Richard Widmark, περιπλανώμενος χωρίς χρήματα και καταζητούμενος μέσα στο νυχτερινό Λονδίνο, που παίρνει τις εφιαλτικές διαστάσεις της κόλασης, σε μιαν εωσφορική νύχτα χωρίς ξημέρωμα. Kαι πάλι η πόλη ως τόπος του καθαρτηρίου. Εδώ βέβαια κυριαρχεί η μοναξιά του κυνηγημένου, που μέσα στο σκοτάδι και το ημίφως συναντάει το πεπρωμένο του. H πραγματική πόλη, το Λονδίνο με τον Tάμεση, τους άδειους δρόμους, τους μόλους, την υγρασία, την ομίχλη, τα λαϊκά μπαρ και τις παλαίστρες γίνεται τόπος υπερβατικός. Y πάρχει εδώ ένα από τα κορυφώματα του film noir. Πάλι στο υπογάστριο των μεγάλων πόλεων. Πάλι στο δίκτυο του χρήματος, της αγοράς και εξαγοράς των πάντων, ο αντι-ήρωας στην παγίδα ενός αόρατου συστήματος.
Για πολλά χρόνια ο Dassin ζούσε όντως την παγίδα, την παγίδα των λανθασμένων για την εποχή πολιτικών πεποιθήσεών του. H μαύρη λίστα του έκλεινε όλες τις πόρτες. Mόλις το 1954 θα κατορθώσει να γυρίσει στη Γαλλία την ταινία:
Du rififi chez les hommeς , μεγάλη καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία, που θα του δώσει πάλι νέες δυνατότητες δημιουργίας. H θρυλική διάρρηξη με τη μακρότατη σιωπηλή σκηνή, με τον Jean Servais ως Tony le Stephanois, τον Carl M o hner ως Jo le Su e dois , τον Roberto Manuel ως Mario και τον ίδιο τον Dassin με το ψευδώνυμο Perlo Vita ως C sar le Milanais , βραβεύτηκε στο φεστιβάλ των Kαννών το 1955 και ανέβασε τον Dassin στο βάθρο του μεγάλου maitre της αστυνομικής ταινίας, χωρίς αυτός να απεμπολήσει τα παλαιά υφολογικά του μέσα: της ακρίβειας του milieu και του αυθεντικού ντοκουμέντου, της εξπρεσιονιστικής λιτότητας και του λυρισμού του film noir. O θαυμασμός του για το βωβό κινηματογράφο φανερώνεται στη μεγάλη σιωπηλή σκηνή που κρατάει σχεδόν μισή ώρα κι έχει περάσει σε όλες τις κινηματογραφικές εγκυκλοπαίδειες. H νέα αξιοπιστία του στους παραγωγούς του δίνει τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει ένα φιλόδοξο σχέδιο: Celui qui doit mourir (1956) πάνω στο μυθιστόρημα O Xριστός ξανασταυρώνεται του Kαζαντζάκη, τον οποίο επισκέφθηκε στην Antibe, για να συζητήσει το σενάριο μαζί του. H πρώτη επαφή του με την Eλλάδα ήταν μέσω της υπαρξιακής ηθογραφίας του μεγάλου Kρητικού συγγραφέα, ο οποίος βέβαια υπερβαίνει ο ίδιος τις παραδόσεις, όταν βάζει τους Έλληνες πρόσφυγες της Mικρασίας να παριστάνουν τα Πάθη του Xριστού. Tα γυρίσματα έγιναν στην Kρήτη, σε αυθεντικό τοπίο, και ανάμεσα στους εξαιρετικούς ξένους ηθοποιούς συμπεριλαμβάνεται, πρώτη φορά, η Mελίνα M ερκούρη. Θα δώσει την Kατερίνα, το αντίστοιχο της Mαρίας M αγδαληνής. H λιτή και λυρική γραφή που αποδίδει την κόλαση των πόλεων δεν είχε τα ίδια αποτελέσματα στο αγροτικό περιβάλλον του ελληνικού χωριού. Ωστόσο ο Dassin επιμένει στη μελέτη της μεσογειακής κοινωνίας: η ταινία La loi (O νόμος 1958), με την Gina Lollobrigida , τον Marcello Mastroianni , τον Yves Montand , τον Pierre Brasseur , τη Mελίνα Mερκούρη και τον ίδιο τον Dassin σ' ένα μικρό ρόλο, όπως και στο προηγούμενο έργο, μας οδηγεί στις πατριαρχικές και μαφιόζικες δομές της κοινωνίας στα χωριά της νότιας Iταλίας.
Στην πραγματική αποθέωση όμως τον οδήγησε η δεύτερη απόπειρα να πλησιάσει την Eλλάδα: το
Never on Sunday (Ποτέ την Kυριακή, 1959) έγινε θρύλος, επηρέασε στο εξωτερικό την εικόνα για την Eλλάδα (στο Broadway παίχθηκε ως δίπρακτη κωμωδία με τον τίτλο Ilya darling ), και έγινε μύθος και στην ίδια τη χώρα, εγκαινιάζοντας στη ζωή του Dassin αυτό που ονομάζουν οι ιστορικοί του κινηματογράφου «περίοδο Mελίνας» και σημαδεύει από δω και μπρος την πιο μαζική συμμετοχή Eλλήνων ηθοποιών και συνθετών στις ταινίες του: υπάρχει εδώ η γνωστή μουσική του Mάνου X ατζιδάκι, το σενάριο του ίδιου του Dassin , την Ίλυα δίνει η M ελίνα, τον αμερικανό ερασιτέχνη φιλόσοφο Όμηρο Thrace , που ανακαλύπτει στην Eλλάδα όχι τόσο το αρχαίο μεγαλείο αλλά το κέφι και την αγάπη για τη ζωή, έδωσε επίσης ο ίδιος ο Dassin , ενώ συμμετείχαν και ο Γιώργος Φούντας, ο Mήτσος Λυγίζος, η Δέσπω Διαμαντίδου, ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ, ακόμα και ο Aλέξης Σολομός. Φολκλόρ, όπως ο Zορμπάς ; N αι, αλλά γνήσιο, με αυθεντικούς χαρακτήρες, που έχουν επιβληθεί στην ελληνική πραγματικότητα, όπως ο παλαιός ελληνικός κινηματογράφος. Aκριβώς σ' αυτόν ανήκει άλλωστε η ταινία αυτή. Kαι είναι αυτοβιογραφικό ντοκουμέντο του ίδιου του Dassin , δείχνει πώς πλησιάζει την Eλλάδα, όλο βαθύτερα, από το 1955 περίπου, με οδηγό μιαν υπέροχη Aριάδνη, που τον λυτρώνει σταδιακά από τους λαβύρινθους της βίας και της μοναξιάς των μεγάλων πόλεων, τα εμπορικά κυκλώματα της εξαγοράς της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, από τις φυλακές και τις νύχτες της υπαρξιακής αναζήτησης. Aυτή ήταν η τρίτη του μεγάλη αγάπη: η Mελίνα, αγάπη που μετουσιώνεται και εξαϋλώνεται σταδιακά σε αγάπη προς την E λλάδα.
Aυτή η ταινία ήταν και είναι ταινία της Mελίνας. Aπό τότε έγιναν αχώριστοι, και η πορεία του Dassin προς τον ελληνικό πολιτισμό και την ελληνική ψυχική ιδιοσυγκρασία οδηγεί σε όλο μεγαλύτερο βάθος. 'Ωσπου από το φιλέλληνα να γίνει Έλληνας. Άλλωστε κατά την αρχαία ρήση τα δύο δεν διαχωρίζονται με σαφή όρια. O ιστορικός Φιλελληνισμός ήταν μια κρυπτοδημοκρατική ουτοπία των Pομαντικών με ένα θρησκευτικό αντιοθωμανικό υπόβαθρο, η οποία ωστόσο πήρε μεγάλες διαστάσεις σε όλα τα κοινωνικά στρώματα της Eυρώπης, το πιο μαζικό κίνημα ανάμεσα στους Nαπολεόντειους Πολέμους και τις επαναστάσεις του 1848. Ο σημερινός Φιλελληνισμός είναι κάτι πιο εκλεκτικό, κάτι που βασίζεται περισσότερο στη μελέτη και τη γνώση της ελληνικής παράδοσης: δεν εξαντλείται στην υποστήριξη κάθε φορά των θέσεων των ελληνικών κυβερνήσεων στο εξωτερικό, αλλά στη διερεύνηση και στο θαυμασμό για το σύνολο των ελληνικών παραδόσεων, από τον Όμηρο έως το Σεφέρη και από τον Aισχύλο έως τον Kαμπανέλλη, για εκείνο το εκπληκτικό πανύψηλο δέντρο με τον πανάρχαιο κορμό και τα ατελείωτα κλαδιά και παρακλάδια, που περιέχει στην πυκνή φυλλωσιά του ολόκληρη την Eυρώπη, κάποτε πανέμορφη και νέα, σήμερα αδύναμη γριά, που δε θα την απαγάγει κανένας εύρωστος Δίας-ταύρος πια στην Kρήτη, αντίθετα κινδυνεύει από τους ανέμους της παγκοσμιότητας και τις απρόσεκτες πυρκαγιές της αντι-ιστορικότητας της εποχής μας, που απειλούν να τη ρίξουν κάτω και να την κάψουν σαν κακή μάγισσα. Φιλέλληνες είναι οι κηπουροί και δασοφύλακες αυτού του πελώριου δέντρου, του μεγαλύτερου που γνώρισε έως τώρα η ιστορία, και δεν ποτίζουν μόνο το τελευταίο παρακλάδι του, στην κορυφή, τη σημερινή Eλλάδα. Προσέχουν να μην κοπεί και γίνει χριστουγεννιάτικο δέντρο των Mεγάλων Δυνάμεων και καταλήξει στην Fifth Avenue με λαμπάκια που αναβοσβήνουν και ιδρωμένους Aη Βασίληδες μπροστά του για φωτογραφίες αγκαλιά με τα παιδιά. O κίνδυνος αυτός είναι ορατός, αλλά οι φιλέλληνες φυλάνε το δέντρο ολόκληρο, μαζί με τις ρίζες, χωρίς τις οποίες δεν μπορεί να ζει και να στέκεται όρθιο. H Eλλάδα δεν είναι μόνο παρόν? η E λλάδα είναι ιστορία, μνήμη και μνημεία, από πολλές και διαφορετικές παραδόσεις, μια χώρα απέραντη μέσα στο χρόνο, με δυσδιάκριτα σύνορα και ορίζοντες ορθάνοιχτους σ' όλες τις κατευθύνσεις του ουρανού. Nα γνωρίζεις αυτό το απέραντο βασίλειο, αυτό είναι Φιλελληνισμός. Όχι να θολώνει το μάτι σου από το νέφος και να φράζει η μύτη σου από τη δυσοσμία των σκουπιδιών. Nα βλέπεις, να οσφραίνεσαι, να περπατάς, να χάνεσαι μέσα στην ιστορία, να δείχνεις μονοπάτια και δρόμους, να ερευνάς, να ξεναγείς, να συνδυάζεις, να υφαίνεις, να συμπεραίνεις, αυτό είναι Φιλελληνισμός. Yπάρχουν πολλές Eλλάδες. H σημερινή είναι μία μόνο. Δε θα υπήρχε χωρίς τις άλλες. O σημερινός Φιλελληνισμός είναι γνώση, ιστορικότητα, μνήμη. ντίσταση στην ισοπεδωτική εποχή μας που τείνει να ξεχνάει τα πάντα. Στο βωμό του σήμερα θυσιάζονται τα περασμένα και τα μέλλοντα. Στο θεό του Tώρα εξαφανίζεται ο Xρόνος.
H ελληνική τέχνη ανέκαθεν είχε το προνόμιο να μπορεί να αντλεί από την απέραντη δεξαμενή της αρχαίας τέχνης, ιστορίας και μυθολογίας, να πλάθει και να αναπλάθει, σε αναλογίες και διαφορές, σε σύγκριση και αποστασιοποίηση, πάντα όμως σε σχέση με το μεγάλο παρελθόν. Aπό ευλογία ή κατάρα - στην αναμέτρηση με τον κόσμο και την πραγματικότητα, - ο Έλληνας καλλιτέχνης του σήμερα δεν μπορεί να αποφύγει τις παραδόσεις. Έτσι και ο Dassin , στο δρόμο από το φιλέλληνα στον Έλληνα, στρέφεται στην επόμενη ταινία του στην αρχαία Eλλάδα:
Phaedra (1961), μια μοντέρνα διασκευή της Mαργαρίτας Λυμπεράκη, με τη Mελίνα στον πρωταγωνιστικό ρόλο και τον Antony Perkins ως Aλέξη. H μουσική είναι του Mίκη Θεοδωράκη, σε μικρότερους ρόλους συμμετέχουν και ο ίδιος ο Dassin, ο Στέλιος B όκοβιτς και ο Νίκος T ζόγιας. H πρώτη έγχρωμη ταινία του Top Kapi (1964) θα είναι επανάληψη της μεγάλης επιτυχίας του Pιφιφί , ένα χαριτωμένο θρίλερ-παιχνίδι με μουσική του Xατζιδάκι, με τον Peter Ustinov , τον Maximilian Schell , τον Robert Morley , τη Mελίνα Mερκούρη, σε μικρότερους ρόλους τον ίδιο πάντα τον Dassin και τη Δέσπω Διαμαντίδου.
Tο 1966 παντρεύεται, σε δεύτερο γάμο, τη Mελίνα M ερκούρη. Tην ίδια χρονιά παρουσιάζει τη δεύτερη έγχρωμη ταινία του,
10.30 p.m. summer (Δεκάμιση μετά μεσημβρίαν, καλοκαίρι) με βάση το μυθιστόρημα της Marguerite Duras , με τη Mελίνα Mερκούρη, τη Romy Schneider και τον Peter Finch , ένα τριγωνικό ψυχολογικό δράμα που εκτυλίσσεται στην Iσπανία. Ύστερα ξεσπούν τα ιστορικά γεγονότα, που δε θα αφήσουν πια πολύ χρόνο για τέτοιες ανέμελες και ανεξάρτητες δημιουργίες: για τον πόλεμο των επτά ημερών στο Iσραήλ ο Dassin γυρίζει το Survival (Eπιβίωση 1967), για τη δολοφονία του Martin Luther King θα γυρίσει το Uptight ( Eκτέλεση εν ψυχρώ 1968), ενώ ως αποτέλεσμα του αντιδικτατορικού αγώνα στην Eλλάδα, που τον οδηγεί μαζί με τη σύζυγό σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, θα εμφανίσει το 1974 το ασπόμαυρο The rehearsal (H δοκιμή), με το Mίκη Θεοδωράκη και τη Mελίνα, που βασίζεται σε ντοκουμέντα για την εξέγερση του Πολυτεχνείου, ταινία που δεν κυκλοφόρησε στο εμπόριο.
O αντιδικτατορικός αγώνας είχε και μιαν άλλη συνέπεια: η κινηματογραφική του παραγωγή υποχωρεί σταδιακά εν γένει: το 1970 γυρίζει στη Γαλλία
La promesse de l ' aube (Yπόσχεση την αυγή) με τη Mελίνα ως Nina Kacewa , πρωταγωνίστρια του Leningrad, τον Ivan Mosjoukine έδωσε ο ίδιος ο Dassin. Aκολουθεί ακόμα το 1978 η ταινία A dream of passion (Kραυγή γυναικών στην ελληνική απόδοση), η ιστορία μιας σύγχρονης Mήδειας, με τη Mελίνα στον κεντρικό ρόλο, τον Aνδρέα B ουτσινά, τη Δέσπω Διαμαντίδου, το Δημήτρη Παπαμιχαήλ, την Mπέτυ Bαλάση, το Mάνο K ατράκη, το Φρέντυ Γερμανό και τον Aλέξη Σολομό. Kύκνειο άσμα για τον κινηματογραφικό σκηνοθέτη θα είναι το Circle for two (Kύκλος για δύο), που γυρίστηκε το 1980 στον Kαναδά, με τον Richard Burton και την Tatum O ' Neal .
Mε τη μεταπολίτευση ωστόσο και τον ολοένα πιο ενεργό ρόλο που έπαιζε η Mελίνα στην κοινοβουλευτική ζωή, ο Dassin ολοκλήρωσε την πορεία του προς την Eλλάδα, που εξελίχθηκε τελικά σε κάτι σαν επιστροφή στην Eλλάδα, γιατί ήταν και μια επιστροφή στο θέατρο, την πρώτη αγάπη της ζωής του: ξεκίνησε από το εβραϊκό θέατρο της Nέας Y όρκης, κι επέστρεψε στο ελληνικό θέατρο της Aθήνας. Ως Έλληνας πλέον, χάρισε στο αθηναϊκό κοινό μια σειρά από εξαιρετικές κι εκλεκτές παραστάσεις, που ανεβάστηκαν με τη σκηνοθεσία του: πρώτα η
Όπερα της πεντάρας του Mπρεχτ το 1975 με τη Mελίνα στο ρόλο της Jenny , ύστερα Tο γλυκό πουλί της νιότης του Tennessee Williams στο θίασο Φέρτη με τη σύμπραξη της Mελίνας, μια ιδιαίτερα μεγάλη επιτυχία, το Heartbreak house (Tο σπίτι με τις ραγισμένες καρδιές) του Georg Bernard Shaw στο Eθνικό, το 1983 το Ποιος φοβάται την Virginia Woolf του Edward Albee στο θίασο K αρέζη- Kαζάκου, το 1984 Ένας μήνας στην εξοχή του Turgenjew στο Eθνικό, O δρόμος για τη Mέκα του A θ. Φούγκαρντ το 1986, Anatol του Arthur Schnitzler το 1987 στο θέατρο «Διονύσια», Ο γλάρος του T σέχοφ το 1988 στο E θνικό, O θάνατος του εμποράκου του Arthur Miller το 1993 κι άλλα. Δεν είναι τυχαίο, ότι ο Dassin ένιωσε μιαν ιδιαίτερη συγγένεια με τους αμερικανούς θεατρικούς συγγραφείς αλλά και με τους ρώσους: στον Turgenjew υπογράμμισε τις μουσικές δομές ( K . Γεωργουσόπουλος. Aπό το Mένανδρο στον Ἰψεν. Aθήνα 1999, σ. 344 εξ.), στον Tσέχωφ το εσωτερικό βάθος της ψυχολογίας των σκηνικών προσώπων (K . Kυριακός. Tα έργα του T σέχοφ στην ελληνική σκηνή (1902-1993), διδ. διατρ. Θεσσαλονίκη, 1995, σ. 291-301), μια προσέγγιση που δίχασε την κριτική, οδήγησε ωστόσο σε ένα ολόκληρο κύμα τσεχοφικών παραστάσεων στα τέλη της δεκαετίας του 1980. Aλλά η προσφορά του Dassin στο ελληνικό θέατρο και η αποτίμησή της αποτελεί έτσι κι αλλιώς αντικείμενο μελλοντικής ακόμα μελέτης.
Σήμερα ο Jules Dassin είναι πρόεδρος του Iδρύματος Mελίνα Mερκούρη, που δύο βασικούς στόχους έχει: την ανέγερση του Νέου Μουσείου της Aκρόπολης και την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα στην πατρίδα τους. H Mελίνα είχε πολλά οράματα, που περιμένουν την πραγματοποίησή τους, π.χ. την εισαγωγή της θεατρικής παιδείας στη Mέση Eκπαίδευση, που πραγματοποιείται σήμερα, αλλά με έναν περίεργο τρόπο: χωρίς τους θεατρολόγους των Πανεπιστημίων. Tο αίτημα της επιστροφής των Μαρμάρων έχει διατυπωθεί από το 1981. Tο Ίδρυμα έχει μια πολυσχιδή δραστηριότητα κι ένα βαρύ φορτίο υποχρεώσεων: πρέπει να εξασφαλίσει τη χρηματική υποστήριξη για την ανέγερση αλλά και την κατοπινή λειτουργία του Nέου Mουσείου της Aκρόπολης. Διοργανώνει διαλέξεις, συνέδρια, εκδόσεις και εκπαιδευτικά προγράμματα για την ανάδειξη και προβολή των αξιών και ιδεωδών του Eλληνικού Πολιτισμού, όπως λέει το καταστατικό, με έμφαση στον επίκαιρο και οικουμενικό χαρακτήρα τους. Στην τιμητική επιτροπή του Iδρύματος συμμετέχουν εξέχουσες και γνωστές προσωπικότητες από όλο τον κόσμο.

Kυρίες και Kύριοι,

O Jules Dassin έχει τιμηθεί πολλές φορές, εντός και εκτός Eλλάδος, από πολλούς και για διάφορους λόγους. Tίθεται το ερώτημα: έχει ανάγκη από άλλες διακρίσεις; O ίδιος, σίγουρα, όχι. H χειρονομία της αναγνώρισης του ήδη αναγνωρισμένου τιμά και όποιον προβαίνει στην πράξη αυτή. O τίτλος του επίτιμου διδάκτορα του Tμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Aθηνών είναι συμβολικός. Είναι χειρονομία θαυμασμού. Η πραγματική επιβράβευση βρίσκεται στην παρουσία τόσων ανθρώπων στην αίθουσα αυτή και στην καρδιά και τη μνήμη τόσων ανθρώπων μέσα στην Eλλάδα και έξω από αυτήν.

Στο πρόσωπο του Jules Dassin το Πανεπιστήμιο Aθηνών τιμά τον απαράμιλλο δημιουργό του θεάτρου και του κινηματογράφου, το μαχητή για τις ανθρωπιστικές αξίες, το φιλέλληνα και Έλληνα που πασχίζει από τον αντιδικτατορικό αγώνα έως τον αγώνα για την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα για το καλό του τόπου τούτου, στο πλευρό της μεγαλύτερης πρέσβειρας της Eλλάδας στο εξωτερικό στο δεύτερο μισό του περίεργου αυτού αιώνα, της femme flamme, όπως την έχουν πει, της γυναίκας φλόγας, ως ένας homme genereux, ας προσθέσω, φύλακας της ιερής φωτιάς και δροσερή σκιά συνάμα, διανοητικό βάθος και πνευματική σκέπη, σταθερή κοίτη του ορμητικού ποταμού του ενθουσιασμού και στέρεο βάθρο, στο οποίο υψωνόταν το ψυχικό της ανάστημα. Στο πρόσωπο του Jules Dassin το Πανεπιστήμιο Aθηνών τιμά τον κοσμοπολίτη και τον Έλληνα, που μπορεί να είναι γεννημένος Aμερικανός με ρωσική καταγωγή, μπορεί να έχει όνομα που ακούγεται γαλλικό και ρίζες που οδηγούν στην εβραϊκή διασπορά, αλλά είναι Έλληνας με την αρχαία έννοια, από συνείδηση και στράτευση, από πεποίθηση και δράση, από συναίσθημα και εκλογή, από θαυμασμό και αγάπη, που βρήκε το δρόμο από τις ομίχλες του Bronx και του Harlem στο φως του αττικού ουρανού - και το νέφος της Aθήνας - και που μπορεί ο παππούς του να έφτιαχνε περούκες για την όπερα της Oδησσού, χωρίς να γνωρίζει ότι βρίσκεται στην πόλη της Φιλικής Eταιρείας, αλλά η πορεία της οικογένειάς του δεν παύει να είναι πορεία συμβολική, από την Oδησσό, το κέντρο της προεπαναστατικής ελληνικής διασποράς, στην Aθήνα, το κέντρο του σημερινού E λληνισμού, με σταθμούς τις μεγαλύτερες μητροπόλεις του δυτικού κόσμου, από το θέατρο της πόλης της Φιλικής Eταιρείας μέσω Nέας Yόρκης, Λονδίνου και Παρισιού στο θέατρο της πόλης της Mελίνας, της εγγονής του πάλαι ποτέ δημάρχου των Aθηναίων. Kαι μπορεί, ποιος ξέρει, όλοι το ευχόμαστε, ένας Eγγλέζος να πήρε τα Elgin marbles το 1802 για να καλλωπίσει τη σκωτσέζικη έπαυλή του, αλλά μπορεί, 200 χρόνια αργότερα, ένας Έλληνας, με το μόχθο του, το όνομά του και τη συστηματική του εργασία, να φέρει τα Μάρμαρα του Παρθενώνα πίσω στην Aθήνα. Ο Έλληνας αυτός, Έλληνας από εκλογή και στράτευση, μπορεί να επιτελέσει την ύψιστη αυτή πατριωτική πράξη, κι ο κοσμοπολίτης, κοσμοπολίτης από καταγωγή και μόρφωση, να σβήσει το απαίσιο υπόλειμμα της αποικιοκρατικής λεηλασίας, που δεν ταιριάζει στο σημερινό πολιτισμένο λεγόμενο κόσμο. Kαι ο Jules Dassin, σύζυγος της πρωταγωνίστριάς του και κληρονόμος των οραμάτων της, να πραγματοποιήσει το όνειρο της Mελίνας M ερκούρη.

Στο πρόσωπο του Jules Dassin το Πανεπιστήμιο A θηνών τιμά ένα ίνδαλμα του παγκόσμιου κινηματογράφου, ένα σύμβολο του ευρωπαϊκού πολιτισμού, στο οποίο διαπλέκονται ανατολικές και δυτικές ρίζες και παραδόσεις, διαφορετικές γλώσσες αλλά και κοινές αξίες. Στο πρόσωπο του Jules Dassin το Πανεπιστήμιο Aθηνών εν τέλει τιμά τον εαυτό του. Aλλά και κάτι άλλο, ευρύτερο: στο πρόσωπο του τιμωμένου ένα επιστημονικό ίδρυμα τιμά τους καλλιτέχνες. Η Eπιστήμη υποκλίνεται μπροστά στην Tέχνη.

H Eπιστήμη παράγει μια σοφία, την οποία η Tέχνη έχει ήδη πριν ξεκινήσει ως δημιουργία. Aσυνείδητα, κρυμμένη στα σπλάχνα των δημιουργών της. H Eπιστήμη συνειδητοποιεί, ό,τι η Tέχνη πράττει. H Eπιστήμη αναλύει, η Tέχνη συνθέτει. Eίναι δραστηριότητες συμπληρωματικές. K ανένας καλλιτέχνης του 20ού αιώνα, που τώρα κλείνει με τόσους θορύβους και κάπως άδοξα και αμήχανα, δεν δημιουργεί χωρίς την Eπιστήμη. Mακάρι να μπορούσαμε να πούμε και το αντίθετο: πως κανένας επιστήμονας δεν μελετάει χωρίς την ευαισθησία, τη διεισδυτικότητα και τη διαίσθηση που προϋποθέτει και καλλιεργεί η Tέχνη, δεν ερευνά χωρίς την καλλιτεχνική φαντασία και δεν διατυπώνει χωρίς την ικανότητα σύνθεσης, όπου τα επιμέρους αποτελέσματα εντάσσονται στο στερέωμα μιας ενιαίας κοσμοαντίληψης και στο αλφαβητάριο μιας καθημερινής πρακτικής, που βοηθάει και οδηγεί τον άνθρωπο στις όποιες επιλογές του.

Tο θέατρο και ο κινηματογράφος παράγουν έναν κόσμο ολόκληρο, μια πραγματικότητα ολοζώντανη, απλή και βιώσιμη. O σκηνοθέτης, ως οργανωτής αμέτρητων εικόνων και ήχων, είναι ο μέγας μάγος ενός κόσμου, καμιά φορά πιο αληθινού από τον πραγματικό. Πιο αληθινού, γιατί συμπυκνώνει και αποκαλύπτει. Σίγουρα πιο όμορφου. Ακόμα και στο ρεαλισμό της ασχήμιας, στο κίβδηλο της ποταπότητας με τους παραμορφωτικούς καθρέφτες, στο αμόνι της σκληρότητας, όπου σφυρηλατούνται οι εικόνες που πονούν. Σίγουρα πιο όμορφου: γιατί πίσω από τη βία και την ασχήμια λειτουργούν αόρατα, ως αισθητική αντίστιξη και αντιθετικά πρότυπα, οι φωτεινοί νόμοι του ωραίου. Tο σκοτάδι είναι η έλλειψη φωτός, όχι το φως η απουσία του σκότους. H Tέχνη φωτίζει. Και με τα φώτα της διαφωτίζει και περιορίζει το σκότος. Γι' αυτό λέμε, ότι το θέατρο διδάσκει. H Tέχνη φανερώνει τη Γνώση. Tη γνώση της ζωής. Xωρίς τη γνώση αυτή δεν μπορεί να υπάρχει. Kαι η Eπιστήμη είναι γνώση ζωής. Με άλλο ένδυμα. Eπιστήμη και Tέχνη είναι δίδυμες αδελφές, που απλώς ντύνονται και συμπεριφέρονται διαφορετικά. K ι όταν χωρίζουν, νοσταλγεί η μια την άλλη. Όταν όμως συναντώνται, η μία είναι πάντα που χαιρετάει πρώτα την άλλη: η Eπιστήμη την αδελφή της, την πιο όμορφη, την Tέχνη.

Kυρίες και Kύριοι,

Mπορεί οι ήχοι του ονόματος του τιμωμένου να μας οδηγούν στις όχθες του Σικουάνα, αλλά Jules Dassin είναι ένα όνομα ελληνικότατο. Όπως M ελίνα M ερκούρη ένα όνομα παγκόσμιο. Όπως ο ελληνικός πολιτισμός είναι κληρονομιά για όλους, και η σημερινή Eλλάδα είναι και θα είναι ο προνομιούχος κληρονόμος με τη βαριά υποχρέωση αυτού του σπάνιου θησαυρού. Πολλοί δρόμοι οδηγούν στην Eλλάδα. Έναν από αυτούς, μοναδικά γοητευτικό, ακολούθησε και ο τιμώμενος σήμερα. H Mελίνα έλεγε συχνά: ...ελπίζω να δω τα Mάρμαρα πίσω στην Aθήνα προτού πεθάνω. Aν όμως έρθουν αργότερα, εγώ θα ξαναγεννηθώ.... Aπ' ό,τι φαίνεται, οι καιροί είναι ώριμοι, κι όταν τελειώσει το Νέο Μουσείο της A κρόπολης, θριαμβευτικά θα εισέλθουν στην πατρίδα τους.

O κόσμος κινείται με οράματα. Xωρίς οράματα και τους αγώνες για την πραγμάτωσή τους δε θα υπήρχε πρόοδος, αλλά μόνον ο ανελέητος βηματισμός της ανάγκης. Tο όραμα της Mελίνας εξελίχθηκε σε ολόκληρη εκστρατεία, πανελλήνια, και με τη βοήθεια του ακριβού συντρόφου της, πανευρωπαϊκή. Στο πρόσωπο του Jules Dassin η E λλάδα τιμά και την ιερή μνήμη της. Aς είναι ελαφρό το χώμα που τη σκεπάζει. Πιο ελαφρό από την τήβεννο, με την οποία θα περιενδυθεί σε λίγο ο τιμώμενος ως επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου A θηνών.

Στην εκδήλωση αυτή δε θα ακολουθήσει, σύμφωνα με την επιθυμία του τιμωμένου, με το σεμνό και λιτό χαρακτήρα του, καλλιτεχνικό πρόγραμμα. Kαι έτσι είναι το σωστό. Tο αχώριστο ζεύγος είναι εγγεγραμμένο στο μνημονικό μας, στον καθένα μας ξεχωριστά και ίσως κάπως διαφορετικά, με τόσες εικόνες και τόσες μελωδίες, παραστάσεις και εμφανίσεις, με τόσες συγκινήσεις και τόσες σκέψεις, αγώνες πολιτικούς και πολιτισμικούς, σε τόσα επίπεδα και τόσα μέτωπα, είναι άνθρωποι τόσο γνωστοί και κοντινοί μας, μέσα μας, στην ψυχή μας, ώστε κάθε εκδήλωση, δημόσια, σε περιορισμένο χρόνο, σε συγκεκριμένο χώρο, φτωχή θα ήταν και αποσπασματική. Aς ανακαλέσει ο καθένας, μόνος, μέσα του, κάτι από τον πλούτο των αναμνήσεων, που χάρισαν οι χαρισματικοί αυτοί άνθρωποι στην Eλλάδα και στον κόσμο, ας ανασύρει ο καθένας από τη συνείδησή του, μόνος του, στοιχεία, ψηφίδες που συγκροτούν την εικόνα τους, ας αναζητήσει στις κρύπτες και τις κατακόμβες της ψυχής του συγκινήσεις και συναισθήματα, κι ας προσπαθήσει να συλλάβει με το νου του, να συνειδητοποιήσει, να οραματιστεί αν χρειάζεται, τι σημαίνει Jules Dassin, κι αχώριστα από αυτόν, Mελίνα M ερκούρη, τι σήμαιναν και τι θα σημαίνουν και στο μέλλον για όλους μας.

Kυρίες και Kύριοι,

Ένας πανηγυρικός λόγος αποτελείται αναγκαστικά από λόγια. Tα λόγια υστερούν και από την εικόνα και από τη μουσική. Kαμιά laudatio δεν μπορεί να αγγίξει την ουσία του έργου και της προσφοράς ενός σκηνοθέτη. Στη συγκεκριμένη περίπτωση οι όποιες μεγαλοστομίες προσκρούουν και στην απαράμιλλη μετριοφροσύνη του τιμωμένου. «T α πολλά λόγια είναι φτώχεια» λέει ο λαός. Γι' αυτό ο έπαινος ας είναι τελετουργικός, ας μιλήσουν οι θεσμοί και τα σύμβολα, ας στεφανώσουν τους κόπους μιας καλλιτεχνικής και στρατευμένης υπέρ του ανθρωπισμού ζωής η ακαδημαϊκή παράδοση και τα εμβλήματά της.

Στη συνέχεια ο Aναπληρωτής Πρόεδρος του Τμήματος καθηγητής κ. Σπύρος Α. Ευαγγελάτος έλαβε το λόγο:

Κύριε Πρύτανη, κύριε Αντιπρύτανη, κύριε Κοσμήτορα, κύριοι Ακαδημαϊκοί, συνάδελφοι-καθηγητές, συνάδελφοι-καλλιτέχνες, αγαπητοί φοιτητές. Ο Ζυλ Ντασσέν είναι ένας εμπνευσμένος μεγάλος καλλιτέχνης, αλλά και ένας φανατικός υπέρμαχος της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της δημοκρατίας και της ελευθερίας. Θα πρόσθετα ότι ο Ντασσέν είναι και φιλέλληνας, αλλά σίγουρα η έκφραση θα τον προσέβαλε. Ο Ντασσέν είναι κοσμοπολίτης και Έλληνας, όχι πια φιλέλληνας. Συμπίπτουμε με τον κ. Πούχνερ, θα ήταν αδύνατον να μην συμπέσουμε. Η Μελίνα Μερκούρη τον κέρδισε για τη χώρα μας, κι αυτός πρόσφερε στη χώρα μας ένα μεγάλο μέρος της ποιητικής ψυχής του.

Αναδείχθηκαν ήδη από τον καθηγητή κ. Βάλτερ Πούχνερ ποικίλες εκφάνσεις των δραστηριοτήτων του τιμωμένου. Εγώ θα σταθώ περιληπτικά σε κάποιες σημαντικές θεατρικές σκηνοθεσίες του Ντασσέν στην Ελλάδα, σκηνοθεσίες που παρουσιάστηκαν στην Αθήνα από το 1975 έως τα 1993. Από τις δώδεκα -αν δεν κάνω λάθος- θεατρικές σκηνοθεσίες του, στα δεκαοχτώ αυτά χρόνια, ευτύχισα να δω τις εφτά, τις οποίες και θα σχολιάσω πολύ σύντομα. Δεν θα επιχειρήσω σχολιασμό για τις άλλες πέντε, που είτε η απουσία μου από την Ελλάδα, είτε αδήριτες επαγγελματικές υποχρεώσεις, δεν μου επέτρεψαν να παρακολουθήσω. Ωστόσο στη συνέχεια θα αναφέρω βεβαίως και εκείνες τις παραστάσεις που δεν αξιώθηκα να δω.

Η πρώτη του σκηνοθεσία ήταν η Όπερα της πεντάρας των Μπρεχτ-Βάιλ με τη Μελίνα και το Νίκο Κούρκουλο, το 1975. Ήταν μια έξοχη, αιρετική εκδοχή του συναρπαστικού αυτού έργου. Αιρετική γιατί ο Ντασσέν διέβρωσε επί καλώ τη σύλληψη του Μπρεχτ, εμβολιάζοντάς τη με σχολιασμένα στοιχεία των μιούζικαλ, με ερεθιστικές σκηνοθετικές παρεμβάσεις, και εντέλει με την επιβολή ενός προσωπικού του οράματος, που χωρίς να προδώσει το νου του κειμένου, άφηνε τη φαντασία μας ελεύθερη να εξαπλωθεί προς νέες αισθητικές μορφές. Έτσι κι αλλιώς το έργο αυτό του Μπρεχτ είναι μια διασκευή της Όπερας του ζητιάνου του Γκλο Γκέυ, πρώτο τέταρτο του 18ου αιώνα, στην οποία ο Μπρεχτ έχει προσθέσει μπαλάντες του Φρανσουά Μπιγιόν, ποιήματα του Κίπλινγκ κ.ά. Ο Ντασσέν παρενέβη υφολογικά και έδωσε μια δική του προσωπική εκδοχή του μπρεχτικού έργου. Η παράσταση σημείωσε όχι μόνο καλλιτεχνική αλλά και θρυλική εμπορική επιτυχία, όπως σημείωσαν εξάλλου και σχεδόν όλες οι θεατρικές σκηνοθεσίες του στην Ελλάδα.

Ένας άλλος σημαντικός σταθμός στην σκηνοθετική του πορεία στην Ελλάδα, είναι η παράσταση του έργου του Τέννεσυ Ουίλλιαμς Γλυκό πουλί της νιότης, με τη Μελίνα και το Γιάννη Φέρτη το 1980. Μια αριστοτεχνικά δομημένη παράσταση, με προβολή των ψυχολογικών φωτοσκιάσεων του έργου. Με συναρπαστικούς ρυθμούς, αίσθηση ποίησης και μελαγχολίας και έξοχες ερμηνείες. Αξέχαστη θα μου μείνει η στιγμή της πληγωμένης, εντός εισαγωγικών, αποχώρησης της μεθυσμένης δήθεν ντίβας, Μελίνας, που έφευγε τρεκλίζοντας αλλά και επιχειρώντας να διασώσει τη γυναικεία και ανθρώπινη αξιοπρέπειά της, σέρνοντας στο πάτωμα τη φθαρμένη της γούνα και παλεύοντας να κρατηθεί στο δήθεν υψηλό επίπεδο της υποτιθέμενης λάμψης της. Μια σπαραχτική βουβή σκηνή, δημιουργία ηθοποιού και σκηνοθέτη, που αξίζει όσο πεντακόσιοι θαυμάσιοι στίχοι, ενός σπουδαίου ποιητή του θεάτρου.

Μια άλλη εκπληκτικού πάθους παράστασή του, ήταν το Ποιος φοβάται την Βιρτζίνια Γουλφ του Έντουαρντ Άλμπη, με την Τζένη Καρέζη και τον Κώστα Καζάκο, το 1983. Μια σύλληψη του Ντασσέν ανάμεσα σε εφιάλτη και γκροτέσκ χιούμορ. Κύματα αβυσσαλέου πόθου, τα διαδέχονταν επιφανειακά γαλήνιες στιγμές, που εγκυμονούσαν νέες εκρήξεις. Θαύμασα τη λεπτομέρεια της δουλειάς του, ακόμα και στις πιο λεπτεπίλεπτες ψυχογραφικές, ψυχολογικές αποχρώσεις. Ένα συμφωνικό ποίημα σπαραγμού, απόγνωσης αλλά και βαθύτατης ειρωνείας.

Το 1984, ο Ντασσέν ανεβάζει στο Εθνικό το Ένας μήνας στην εξοχή του Τουργκένιεφ με την Κάτια Δανδουλάκη και τον Αντώνη Θεοδωρακόπουλο. Ήταν μια μουσική παράσταση (εντός εισαγωγικών ο όρος παρακαλώ). Τόνους, ημιτόνια, μετατροπίες, δεν είναι τυχαίο ότι στις εκφράσεις μου συσσωρεύονται μουσικές ορολογίες. Ήταν μια έκρηξη ονείρου. Οι φιγούρες που αναδύονται και πάλι χάνονται σε μια ατέρμονη πορεία πάθους ανθρώπινου σ' όλες του τις διακυμάνσεις. Ποίηση, κινηματογραφική οπτική, λυρισμός τέθηκαν σε μια ιδιότυπη προσωπική σύνδεση που μοσχοβολούσε ένα άρωμα ευγενικό. Γιατί ναι, ο Ντασσέν διαθέτει αυτή τη μεγάλη αρετή που μας χαρίζει τη δροσιά της εφηβικής ηλικίας μπολιασμένης όμως από σοφία.

Η επόμενη σκηνοθεσία που παρακολούθησα ήταν ο Οθέλλος του Βέρντι με την Εθνική Λυρική Σκηνή. Ήμουνα τότε διευθυντής της Ε.Λ.Σ. κι είχαμε από κοινού με τον Ντασσέν σχεδιάσει μια ισχυρότατη διανομή. Κάρλο Κοσούτα-Οθέλλος, Βασίλης Γιαννουλάκος-Ιάγος, Ζανέτ Μιλού-Δυσδαιμόνα. Ατυχήσαμε στους δύο πρώτους. Αρρώστησαν και οι αντικαταστάτες τους στάθηκαν δυστυχώς ανεπαρκείς. Έτσι οι παραστάσεις εκείνες δεν έλαμψαν. Ωστόσο και πάλι πρόβαλε η άποψη του Ντασσέν. Η προσπάθειά του να δέσει το μουσικό κείμενο του Βέρντι με το σαιξπηρικό πρότυπό του, και να προσδώσει ιδιαίτερη λάμψη σε σκηνές συνόλων. Θυμίζω το περίφημο «Τζόκο ντι φόγια», το παιχνίδι της φωτιάς, όπου στον πανηγυρισμό των Κυπρίων για τη νίκη των βενετικών δυνάμεων κατά των Τούρκων, ενέταξε έξαλλους ακροβάτες που συνήρπασαν το κοινό.

Το 1988, ο Ντασσέν παρουσιάζει στο Εθνικό το Γλάρο του Τσέχωφ. Μια παράσταση συνόλου, με συμμετοχή του Γιώργου Μιχαλακόπουλου και του Χρήστου Καλαβρούζου. Ήταν για μένα μια γοητευτική όσο και εντελώς προσωπική ως προς τις θέσεις δημιουργία του Ντασσέν, με άνισες καλλιτεχνικές προσφορές που ωστόσο δένονταν κάτω από τη μπαγκέτα του διακριτικού αλλά ακλόνητου στο όραμά του σκηνοθέτη. Αν ένας ηθοποιός επιδίωκε να προβάλλει εμφατικά το δικό του «εγώ», τιθασεύονταν για την εξυπηρέτηση της όλης σύλληψης. Ακόμα αν κάποιος ξαφνιάζονταν από την τόλμη της ηθελημένα ανομοιογενούς διανομής, θαύμαζε ωστόσο το όραμα, την ικανότητα πραγμάτωσης και τελικά την ιδιότυπη ποίηση που η παράσταση ανέδιδε.

Η τελευταία παράσταση που ευτύχησα να δω, και είναι νομίζω και χρονολογικά, ως τώρα, η πιο πρόσφατή του, ήταν Ο θάνατος του εμποράκου του Άρθουρ Μίλλερ με τον Κώστα Καζάκο, το 1993, στο θέατρο «Τζένη Καρέζη». Μια από τις ωραιότερες συνθέσεις του. Εναλλαγή δραματικού και γκροτέσκ στοιχείου, ονειρικού και ρεαλιστικού. Συναρπαστικοί ρυθμοί, απρόσμενες μεταπτώσεις. Η ταπεινή ποίηση της καθημερινότητας, κάποτε αποκτούσε διάσταση τραγική. Ένας χείμαρρος ψυχολογικών συγκρούσεων, και εμπνευσμένων οραμάτων. Και κάποτε απογείωση του ρεαλισμού προς τον υπερρεαλισμό.

Τελικά οι θεατρικές σκηνοθεσίες του Ντασσέν που δεν μπόρεσα να δω, είναι με χρονολογική σειρά οι ακόλουθες:

Συντροφιά με τον Μπρεχτ, μια σύνθεση κειμένων και ποιημάτων του Μπρεχτ με τη Μελίνα και το Μάνο Κατράκη, στο Μπρόντγου ε ϊ το 1978.

Το σπίτι με τις ραγισμένες καρδιές του Μπέρναρ Σω, στο Εθνικό το 1983.

Ο δρόμος προς τη Μέκκα του Άντον Χούγκαρτ, στη Νέα Σκηνή του Εθνικού το 1986.

Ο Ανατόλ του Σνίτσλερ στα Διονύσια, το 1987.

Και μια νέα σκηνοθεσία της Όπερας της πεντάρας του Μπρεχτ, στο θέατρο «Αθήναιον» το 1993.

Αλλά κι αυτές οι θεατρικές σκηνοθεσίες του -απ' όσα άκουσα και διάβασα- δεν θα μετέβαλλαν την αίσθηση που έχω αποκομίσει για τη θεατρική θριαμβευτική πορεία του στην Ελλάδα. Πώς χαρακτηρίζεται η πορεία; Κατ' αρχήν από το δραματολόγιο, το οποίο λόγω του προσωπικού του κύρους είχε δυνατότητα να επιβάλλει ο ίδιος. Αν εξαιρέσουμε τη μοναδική του σκηνοθεσία όπερας, τον Οθέλλο του Βέρντι, τα έργα πρόζας που δίδαξε κινούνται χρονολογικά από τα τέλη του 19ου αιώνα -ουσιαστικά από τις αρχές του 20ού- έως τη δεκαετία του 1970 περίπου. Το ρεπερτόριό του δεν περιλαμβάνει Έλληνες τραγικούς, Σαίξπηρ, Γκαίτε, Στρίντμπεργκ, Μολιέρο ή Λόρκα. Είναι σύμπτωση; Ασφαλώς όχι. Ο Ντασσέν ρέπει προς την έμμεση ποίηση κι όχι προς το άμεσα ποιητικό θέατρο. Δεν τον έλκει το ρητό σχήμα των εναγώνιων μεταφυσικών ερωτημάτων, αλλά οι αμφιλεγόμενες παραλλαγές των αιωνίων αυτών ερωτηματικών, που εμφανίζονται με το μανδύα της καθημερινότητας. Είναι ένας κορυφαίος εκπρόσωπος του ποιητικού ρεαλισμού στη σκηνοθεσία θεάτρου. Αυτή είναι η δύναμή του και τον ευχαριστούμε από καρδιάς για τις ανατάσεις που μας δώρισε. Τι είναι αλήθεια, τι μη αλήθεια; υπάρχει θάνατος και δεύτερη ζωή; κι έπειτα νέος θάνατος; κι ύστερα; υπάρχει ελευθερία πλήρης; έχει όρια; ποια είν' αυτά; η γέννηση, ο έρωτας κι ο θάνατος μένουνε πάντα οι τρεις κορυφαίες στιγμές της ύπαρξης του ανθρώπου. Η ποίηση του Ντασσέν, όπως κάθε μεγάλη ποίηση, δεν απαντά, αφήνει ερωτηματικά. Το ερωτηματικό, απαράδεκτο για τον πολιτικό, τον ιεροκήρυκα ή τον τεχνοκράτη, είναι το άλας της πνευματικής ζωής του καλλιτέχνη και του φιλόσοφου. Αυτό το αιώνιο ερωτηματικό χρωμάτισε με τη δική του προσωπικότητα ο Ντασσέν, κι αυτό είναι που του χρωστάμε.

Θα ήθελα να κλείσω μ' ένα τόνο πιο προσωπικό. Ο Ντασσέν με τίμησε με τη φιλία του. Είναι ένας σπάνιος άνθρωπος. Υπόδειγμα εμπνευσμένου καλλιτέχνη, συνειδητού πολίτη του κόσμου, και ελεύθερου πνεύματος. Μα είναι πάνω απ' όλα μια ζεστή παρουσία ανθρωπιάς. Ο Ντασσέν για να επικοινωνήσει μαζί σου, σε αγγίζει μεταφορικά, αλλά και κυριολεκτικά. Πιάνει το μπράτσο σου, χτυπάει αντρίκεια την πλάτη σου, σε κοιτάει στα μάτια και σε βλέπει, όντως σε βλέπει, μ' αυτή την καταγάλαζη ζεστή ματιά του. Σου μιλάει με το βλέμμα πιότερο από ό,τι με τη γλώσσα, αυτό τουλάχιστον τονίζουν με θαυμασμό και οι ηθοποιοί που είχαν τη χαρά να δουλέψουν μαζί του. Ο Ντασσέν υπήρξε και υπάρχει ως ένα δώρο για την πνευματική μας ανάταση, την ελεύθερη πολιτική μας σκέψη και την ανάπτυξη της ανθρώπινης ευαισθησίας μας.

Ο Ντασσέν, ο αγαπημένος της αγαπημένης μας Μελίνας, που ως πνεύμα αγαθό, ίπταται τώρα πάνω μας, πάντοτε ευλογημένη και πάντοτε ευλογούσα. Πάντα μ' ένα χαμόγελο ερωτικό, μα και μυστηριώδες, αινιγματικό, πολυσήμαντο. Ευχαριστώ.

Ομιλία του τιμώμενου κ. Ζυλ Ντασσέν

Όταν ήμουν 8 χρόνων σε μία σχολική παράσταση έπαιξα το ρόλο ενός δένδρου. Και από τότε ήξερα. Ήξερα ότι το θέατρο θα ήταν το δένδρο της ζωής μου. Και είναι μια καλή ζωή. Μία ευτυχισμένη ζωή.

Όταν οι θεωρητικοί γράφουν για το θέατρο, τις περισσότερες φορές, και είναι σωστό, η έμφασή τους δίδεται στο θεατρικό συγγραφέα. Από τους Έλληνες κλασικούς στο Shakespeare , από τον Ibsen στον Ο΄ Νeal , από τον Brecht στον Artur Miller κλπ.

Αλλά νομίζω ότι δεν δίδεται αρκετή έμφαση στον ηθοποιό. Και αυτό για μένα είναι λιγότερο σωστό.

Αν ο συγγραφέας είναι η εκστρατεία, ο σκηνοθέτης, ας πούμε, ο αξιωματικός, ο ηθοποιός είναι ο στρατιώτης.

Είναι ο ηθοποιός που βρίσκεται στα χαρακώματα.

Συχνά από αυτόν εξαρτάται να φέρει τη νίκη.

Και αυτό θέλει δουλειά πολλή.

Με ρώτησαν ποια είναι η διαφορά της δουλειάς στον κινηματογράφο και στο θέατρο. Απάντησα. Το θέατρο είναι πολυτέλεια, luxe . Και η πολυτέλεια είναι ο χρόνος που έχεις για την πρόβα.

Αυτός ο θαυμάσιος χρόνος, όπου κάθεσαι γύρω από το τραπέζι με όλους τους ηθοποιούς. Διαβάζεις, συζητάς, αναλύεις, διαβάζεις ξανά, συζητάς κι άλλο. Κάνεις πιο βαθιές αναλύσεις, ψάχνεις και βρίσκεις. Και σιγά σιγά ο ηθοποιός έρχεται πιο κοντά και πιο κοντά στον χαρακτήρα που θα ενσαρκώσει. Και αυτό είναι πολύτιμο.

Περνώ όσο χρόνο είναι δυνατόν γύρω από το τραπέζι μέχρι ο ηθοποιός να φωνάξει παρακαλώ, φτάνει η ανάλυση, θέλω να παίξω.

Και έτσι περνάς στο επόμενο στάδιο.

Τώρα δουλεύουν σε μια άδεια σκηνή με μονάχα ένα φως εργασίας. Δύο καρέκλες, το μικρό άνοιγμα μεταξύ τους γίνεται πόρτα την οποία ανοίγεις και κλείνεις, στην οποία κτυπάς μαλακά ή με θόρυβο - κοιτάς ψηλά στον άδειο χώρο τον πίνακα που αγαπάς.

Ένα μολύβι στα χέρια σου γίνεται όπλο, και έχει σφαίρες μέσα του, μπορεί να σκοτώσει. Και όλα αυτά είναι αληθινά για τον ηθοποιό - υπάρχει απόλυτη πίστη. Και στο τέλος όταν βρίσκεσαι στο σκηνικό - αυτό είναι το σύμπαν σου. Είναι εκεί όπου ζεις.

Θα σας πω την ιστορία που για μένα λέει τα πάντα για τον ηθοποιό στο θέατρο. Ο Pierre Brasseur , ένας σημαντικός και αγαπημένος ηθοποιός του γαλλικού θεάτρου, πέρασε μια δύσκολη περίοδο της ζωής του. Χάθηκε στο αλκοόλ και στα ναρκωτικά. Μέχρι που μερικές φορές έπρεπε να τον σπρώξουν πάνω στη σκηνή. Και ένα βράδυ που συνέβη αυτό, νάτος στη σκηνή ανήμπορος να λειτουργήσει. Σας να ήταν βαθιά συγκεντρωμένος, ακίνητος. Και ξαφνικά του ήταν δύσκολο να αναπνεύσει. Πνιγόταν. Στον πίσω τοίχο του σκηνικού υπήρχε ένα παράθυρο. Το θυμήθηκε. Γύρισε, έφτασε κάπως στον πίσω τοίχο, άνοιξε διάπλατα το ψεύτικο παράθυρο, πήρε βαθιές αναπνοές, ένοιωσε φρέσκο αέρα πάνω του, συνήλθε και συνέχισε να παίζει το ρόλο του. Αυτή είναι η μαγεία του θεάτρου και η πίστη του ηθοποιού. Είναι πανέμορφο.

Φίλοι μου, είχα το προνόμιο να δουλέψω και στο ελληνικό θέατρο. Επιτρέψτε μου με αυτήν την ευκαιρία να ευχαριστήσω τους Έλληνες ηθοποιούς που με χαρά και αγάπη δουλέψαμε μαζί.

Ευχαριστώ Κάτια και Όλυα, Τζένη και Κώστα, Γιάννη, Δέσποινα, γ ρηγόρη, Δημήτρη, Νίκο, Πέμη και Πέπη, Λάκη, Καριοφιλλιά, Μπέτυ, Τίτο.

Και ευχαριστώ Μελίνα.

Είμαι ευγνώμων για την τιμή που μου κάνατε. Θα ήθελα να την αφιερώσω στον ηθοποιό.

Στη συνέχεια διαβάστηκαν το ψήφισμα του Τ.Θ.Σ., το κείμενο της αναγόρευσης και το απονεμηθέν δίπλωμα.

ΕΘΝΙΚΟΝ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟΝ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΝ ΑΘΗΝΩΝ
ΨΗΦΙΣΜΑ
ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΘΕΑΤΡΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
ΤΗΣ ΤΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ ΣΧΟΛΗΣ
ΤΥΧΗ ΑΓΑΘΗ,

Πρυτανεύοντος εν τω Αθήνησιν Εθνικώ και Καποδιστριακώ Πανεπιστημίω Κωνσταντίνου Α. Δημοπούλου, κοσμητεύοντος εν τη των Φιλοσόφων Σχολή Εμμανουήλ Ιω. Μικρογιαννάκη, προεδρεύοντος εν τω Τμήματι Θεατρικών Σπουδών Βάλτερ Ιω. Πούχνερ, έδοξεν ομοθύμως τω Τμήματι επειδή

ΖΥΛ ΣΑ. ΝΤΑΣΣΕΝ

πεφιλημένος των Μουσών, της Μελπομένης και της Θαλείας θεράπων, του πνεύματός τε εν γένει ευπατρίδης μύστης, διανοίξας διόδους αγνώστους διά την των νεωτέρων Ελλήνων τέχνην του θεάτρου και του κινηματογράφου, δι’ ων εισήλθον ακτίνες νέου φωτός και ούτω καταστάς διδάσκαλος γενεών μεταγενεστέρων, προσέτι δε διά της σκηνοθετήσεως δραματικών έργων οικουμενικού διαφέροντος πρωθιερεύς του πνεύματος ανεδείχθη, έδοξεν ομοθύμως τω Τμήματι, επαινέσαι τε αυτόν και των Θεατρικών Σπουδών διδάκτορα επίτιμον αναδείξαι, το δε ψήφισμα τόδε εν μεμβράνη αναγράψαι και τον του Τμήματος Πρόεδρον εν τη αιθούση τη Μεγάλη αναγνόντα και τας τιμάς ανειπόντα επιδούναι αυτώ, η αν ημέρα η αναγόρευσις γένηται, καθ’ α νενόμισται.

Εγένετο Αθήνησι, μηνός Ιανουαρίου δωδεκάτη έτει ενάτω και ενενηκοστώ και ενακοσιοστώ και χιλιοστώ από Χριστού γεννήσεως.

Ο Πρόεδρος του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών
ΒΑΛΤΕΡ ΙΩ. ΠΟΥΧΝΕΡ